Τι θα μπορούσες να μου πεις,
κρατώντας το πρόσωπό μου στην ψυχή σου,
που δεν το είπες με τα μάτια σου
εκείνες τις μέρες που
τα χρώματα έπλαθαν λέξεις και φράσεις
και ο ήχος της φωνής σου καθάριος
πλάστης φέγγους και φωτιάς,
γραφής ευανάγνωστης.
Πόσο κοντά μου
μπορεί να είσαι
χωρίς να βλέπω τα χνάρια σου,
φόβοι και πόθοι μακρινοί,
χωρίς φραγμούς και αιτιάσεις.
Οι περιπλανήσεις μας με φως και ήλιο,
καταχνιά και σκοτάδι, θα είναι ίδια,
μια αγκαλιά αρκεί, ένα χάδι, ένα φιλί
που διατρέχει το
σώμα.
Πάρε με και η ομορφιά σου
πλάνεμα των αισθήσεων να γίνει.