Σώμα γυμνό ντυμένο με ψιθύρους
καθώς στοιχειώνουν την σιωπή
εκεί που το όνειρο χάνεται
το χέρι σκεπάζει τα μισάνοιχτα χείλη
- άτι ατίθασο καλπάζει ενάντια στον αέρα -
παραπαίοντας ανάμεσα σε λογική και πάθος
όπου οι γραμμές της ύπαρξης
στροβιλίζονται ψαχουλεύοντας το νωπό χώμα
προσπαθώντας να οριοθετήσουν
την ύπαρξη ανά
μεσα στα χάδια.
Στήθη γεμάτα υποσχέσεις έτοιμα
να πυρπολήσουν ξεδιάντροπους πόθους.
Τα πόδια ανοίγουν φανερώνοντας
καυτό κόκκινο λουλούδι που ανθίζει
αναζητώντας τ’ αγγίγματα της γλώσσας
τα χείλη γεύονται αχόρταγα γεύσεις καυτές,
η οδύνη απόμεινε να καρτεράει,
σπασμοί τρεις, πολλαπλή ομορφιά.
Ακολουθώντας την ροή των νερών
που κατευθύνουν το ποτάμι
ανάμεσα στην την πνοή του αέρα
και τ’ αγκαλιάσματα του ήλιου
σπρωγμένο το κορμί απ’ την ανάσα του ουρανού
βγήκε βόλτα στις γειτονιές του κόσμου.
καθώς στοιχειώνουν την σιωπή
εκεί που το όνειρο χάνεται
το χέρι σκεπάζει τα μισάνοιχτα χείλη
- άτι ατίθασο καλπάζει ενάντια στον αέρα -
παραπαίοντας ανάμεσα σε λογική και πάθος
όπου οι γραμμές της ύπαρξης
στροβιλίζονται ψαχουλεύοντας το νωπό χώμα
προσπαθώντας να οριοθετήσουν
την ύπαρξη ανά
μεσα στα χάδια.
Στήθη γεμάτα υποσχέσεις έτοιμα
να πυρπολήσουν ξεδιάντροπους πόθους.
Τα πόδια ανοίγουν φανερώνοντας
καυτό κόκκινο λουλούδι που ανθίζει
αναζητώντας τ’ αγγίγματα της γλώσσας
τα χείλη γεύονται αχόρταγα γεύσεις καυτές,
η οδύνη απόμεινε να καρτεράει,
σπασμοί τρεις, πολλαπλή ομορφιά.
Ακολουθώντας την ροή των νερών
που κατευθύνουν το ποτάμι
ανάμεσα στην την πνοή του αέρα
και τ’ αγκαλιάσματα του ήλιου
σπρωγμένο το κορμί απ’ την ανάσα του ουρανού
βγήκε βόλτα στις γειτονιές του κόσμου.