Οπτασίες στοιχειώνουν
χρόνους μελλοντικούς
το χώμα στο νησί της ουτοπίας
νοτισμένο από τις πληγές
που αναδύουν οσμές
πλημμυρίζοντας τις ανάγκες
συρρικνώνοντας τα όνειρα
οδηγώντας σε αδιέξοδα βλέμματα.
Οι λέξεις – κεριά που τρεμοσβήνουν –
σκουριάζουν ακροβατώντας ανάμεσα
σε ανατολές και ηλιοβασιλέματα
κυνηγώντας οπτασίες νυχτερινές
εγκλωβίζοντας αναστολές και πόθους
χρωματισμένους από τα χρώματα της Ίριδας
ζητώντας συγκλίσεις σε απροσδιόριστο χρόνο.
Οι ανάσες στροβιλίζονται
σαν Φθινοπωρινά φύλλα.
χρόνους μελλοντικούς
το χώμα στο νησί της ουτοπίας
νοτισμένο από τις πληγές
που αναδύουν οσμές
πλημμυρίζοντας τις ανάγκες
συρρικνώνοντας τα όνειρα
οδηγώντας σε αδιέξοδα βλέμματα.
Οι λέξεις – κεριά που τρεμοσβήνουν –
σκουριάζουν ακροβατώντας ανάμεσα
σε ανατολές και ηλιοβασιλέματα
κυνηγώντας οπτασίες νυχτερινές
εγκλωβίζοντας αναστολές και πόθους
χρωματισμένους από τα χρώματα της Ίριδας
ζητώντας συγκλίσεις σε απροσδιόριστο χρόνο.
Οι ανάσες στροβιλίζονται
σαν Φθινοπωρινά φύλλα.